13 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ – Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ
Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ – Ο ΑΠΟΛΟΓΗΤΗΣ – Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ
Της Φωτεινής Τσιτσώνη -Καβάγια
Πολλές είναι ο αγιασμένες μορφές που λάμπρυναν το πνευματικό στερέωμα του «κλεινού άστεως», της περιώνυμης πόλης των Αθηνών, στην οποία μετά από την άφιξη εκεί του Αποστόλου των Εθνών, Παύλου, το 51μ.Χ.,τέθηκαν οι βάσεις για μια νέα περίοδο, περί του «Άγνωστου Θεού». Στην «κατείδωλον πόλιν», έπεσε ο σπόρος της χριστιανικής πίστης και ρίζωσε εκεί και δημιουργήθηκε η πρώτη χριστιανική κοινότητα, που, ανέδειξε Επισκόπους, μάρτυρες, ομολογητές, οσίους, που, κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες αγωνίστηκαν για τη διάδοση και την εδραίωση του χριστιανισμού, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο Άγιος Αριστείδης, ο επιφανής Αθηναίος φιλόσοφος και μάρτυς, που έμεινε γνωστός από την περίφημη απολογία του υπέρ των διωκoμένων χριστιανών.
Γεννήθηκε στην Αθήνα, τον 2ο αι μ.Χ. Φιλόσοφος επιφανής, σπούδασε φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, ενώ καλλιεργήθηκε στην πίστη στον Ένα και αληθινό Θεό καθώς και στην ευσέβεια από τους δύο επιφανείς Επισκόπους των Αθηνών, Άγιο Ιερόθεο και Άγιο Διονύσιο τον Αεροπαγίτη, βαπτίστηκε και φωτίστηκε τόσο πολύ από αυτούς, ώστε αναδείχθηκε ο ένθερμος υπερασπιστής της πίστης, τόσο, που, η συμβολή του στην εδραίωση και διάδοση του χριστιανισμού, υπήρξε πολύτιμη.
Στις αρχές του 2ου αι μ.Χ, επισκέφτηκε την Αθήνα ο αυτοκράτορας της Ρώμης, Αδριανός (117-138), που ήταν λάτρης της αρχαίας κλασικής αρχαιότητας, που, αναβίωσε τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, που είχε χάσει τότε την αίγλη του, που, κόσμησε την Αθήνα με πλούσια έργα (Βιβλιοθήκη του Αδριανού, ολοκλήρωσε το ναό του Ολυμπίου Διός, Πύλη του Αδριανού, Υδραγωγείο…).
Την ίδια στιγμή όμως είχε εξαπολύσει στη Ρώμη σκληρό διωγμό εναντίον των χριστιανών, όπου, πολλοί μάρτυρες πότισαν με το αίμα τους το δέντρο της Εκκλησίας του Χριστού, ενώ, οι διώξεις των χριστιανών εκτός της Ρώμης, ξαπλώθηκαν και στις επαρχίες, στις ολιγάριθμες χριστιανικές κοινότητες.
Ο φιλόσοφος Αριστείδης ένιωθε πολύ συγκινημένος από το εξαίρετο ήθος των χριστιανών και δεν μπορούσε να ανεχτεί το γεγονός πως αυτοί διώκονται ως κακούργοι, φυλακίζονται και θανατώνονται, επειδή πιστεύουν στο Χριστό.
Κι έτσι, με το εξαίρετο συγγραφικό του χάρισμα έγραψε την περίφημη απολογία «περί Θεοσεβείας», από την οποία μελετώντας την, διαπιστώνεται πως, ήταν βαθύς μελετητής της Αγίας Γραφής, όλων των χριστιανικών αληθειών, αλλά και όλων των φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής του.
Στο περίφημο αυτό σύγγραμμά του, ο σοφός Αριστείδης κάνει λόγο για την πίστη και τον τρόπο ζωής των Βαρβάρων, των Ειδωλολατρών, των Ιουδαίων και των Χριστιανών και προσπαθεί να αποδείξει την υπεροχή της χριστιανικής πίστης έναντι των υπολοίπων, αλλά εξαίρει και την υπεροχή της διδασκαλίας του χριστιανισμού σε αντίθεση με τις άλλες θρησκευτικές αντιλήψεις της εποχής. Προτείνει στον αυτοκράτορα, λοιπόν, τη διακοπή των διωγμών εναντίον των χριστιανών και λέει μεταξύ των άλλων για τους ανθρώπους της Εκκλησίας του Χριστού: «Δε λατρεύουν παράξενους Θεούς, βαδίζουν το δρόμο της ζωής γεμάτοι σεμνότητα και χαρά. Είναι ευθείς και ειλικρινείς στις μεταξύ τους σχέσεις, δε γνωρίζουν την ψευτιά. Αγαπούν ο ένας τον άλλον και δεν αποστρέφουν το πρόσωπό τους από τις χήρες, τα ορφανά, ενώ όποιος έχει, δίνει σ’εκείνον που δεν έχει, δίχως να το καυχιέται… Και αν ανάμεσά τους υπάρχουν φτωχοί, που δεν έχουν και αν δε διαθέτουν πλεόνασμα τροφής, αυτοί νηστεύουν για δυο τρεις μέρες, ώστε να τους εξασφαλίσουν από το έλλειμμά τους… Και κρύβουν την προσφορά τους, όπως κρύβει κάποιος το θησαυρό του… Και αγωνίζονται να είναι δίκαιοι…».
Και αφού γράφει αυτά κι άλλα πολλά, δεν παραλείπει να προτρέπει τον αυτοκράτορα με θάρρος και παρρησία να μελετήσει την Αγία Γραφή, προκειμένου να διαπιστώσει την αλήθεια των όσων γράφει, καθώς επίσης τον παρακαλεί να επιτρέψει και τη μελέτη της σε όσους το επιθυμούν.
Κι ύστερα, για να ενισχυθεί και να στερεωθεί περισσότερο στην πίστη του, ο Άγιος Αριστείδης αναζήτησε έναν τόπο ήσυχο και απομονωμένο για την πνευματική του ενίσχυση. Και βρήκε το πνευματικό του καταφύγιο στο λόφο του Λυκαβηττού, ένα σπήλαιο, που σώζεται ως σήμερα, κοντά στο ναό των Αγίων Ισιδώρων, όπου και σήμερα κάθε χρόνο, στις 13 Σεπτεμβρίου γιορτάζεται με λαμπρότητα η μνήμη του.
Ο διαρκής αγώνας όμως του Αγίου υπέρ των διωκομένων χριστιανών, δημιούργησε αγανάκτηση στο Ρωμαίο αυτοκράτορα, που άρχισε να τον καταδιώκει. Κλήθηκε, λοιπόν, από αυτόν στη Ρώμη για να απολογηθεί και στη συνέχεια μεταφέρθηκε ξανά στην Αθήνα, όπου εκεί συνέχισε να κηρύττει Χριστό, παρά τα βασανιστήρια στα οποία υποβαλλόταν από τους Ρωμαίους διώκτες, για να οδηγηθεί τελικά στην κοίλη της αγοράς των Αθηνών, όπου υπέστη μαρτυρικό θάνατο διά απαγχονισμού, στις 13 Σεπτεμβρίου του 120 ή 134μ.Χ. Κι έτσι ο Άγιος Αριστείδης συναριθμήθηκε στους ομολογητές και μάρτυρες του Κυρίου.
Η ευσέβεια του ορθόδοξου ελληνικού λαού έχει αναγείρει ιερούς ναούς στο όνομά του, στην Κρήτη, στη Σαντορίνη, στο Καρπενήσι, και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, ενώ πολλοί αγιογράφοι έχουν ιστορήσει τη μορφή του Αγίου σε ναούς και μοναστήρια της πατρίδας μας, με κορυφαίο το Φώτη Κόντογλου.
Ο Άγιος μάρτυρας, Αριστείδης ο Αθηναίος, ο φιλόσοφος και απολογητής ας καθοδηγεί και ας ενισχύει το αγωνιστικό φρόνημα και την πίστη κι ημών σήμερα.